Η επιστροφή του Ανθρώπου Αράχνη

Από το υπερηρωικό πάνθεον των αμερικανικών κόμικς, ο Άνθρωπος Αράχνη ήταν πάντα ο αγαπημένος μου. Παρά το γεγονός ότι για πολλά χρόνια σνόμπαρα επιδεικτικά ένα από τα σημαντικότερα κομμάτια της κομικσικής κληρονομιάς, αυτή των σούπερ ηρώων, πάντοτε έτρεφα μια ιδιαίτερη συμπάθεια για τον αξιαγάπητο Αραχνάκια.

Σε αυτή μου τη διαστροφή, το σημαντικότερο ρόλο έπαιξε η πρώτη τριλογία ταινιών που παρακολούθησα με ενθουσιασμό κατά την εφηβεία μου. Οι ταινίες του Sam Raimi επαναπροσδιόρισαν, στις αρχές της νέας χιλιετίας, τη σχέση του κινηματογράφου με τις υπερηρωικές ταινίες και την ίδια στιγμή αυτήν των τελευταίων με το κοινό. Και όχι άδικα.

Η μοίρα όμως δε θέλησε να παραμείνει ο Tobey Maguire στο ρόλο, αφού τα προγραμματισμένα Spider-Man 4 και 5 ακυρώθηκαν. Και τότε ήρθε το reboot του ήρωα με τον Andrew Garfield στο ρόλο του Amazing Spider-Man. Ένα reboot το οποίο, παρά το όποιο ενδιαφέρον μπορεί να παρουσίαζε -ιδίως για την τοποθέτηση της Gwen Stacy στο επίκεντρο της ερωτικής ζωής του Peter Parker- ήταν ομολογουμένως αποτυχημένο και με απομάκρυνε με απογοήτευση από τις περιπέτειες του ήρωα στη μεγάλη οθόνη.

Την ίδια άποψη πρέπει να είχαν και πολλοί ακόμα θεατές και κριτικοί, κάτι που οδήγησε τη Sony Pictures, που διατηρεί τα κινηματογραφικά δικαιώματα του ήρωα, σε ένα ακόμα reboot του ήρωα, αυτή τη φορά σε συνεργασία με τη μαμά-εταιρεία Marvel και εντάσσοντας τον ήρωα και το νεοσυσταθέν σύμπαν του στην ομπρέλα του ιστορικού εγχειρήματος του Marvel Cinematic Universe. Όπερ και εγένετο, με την πρώτη εμφάνιση του Tom Holland στο ρόλο, στο πλαίσιο της ταινίας Captain America: Civil War, λίγο πριν πρωταγωνιστήσει στη δική του ταινία με τίτλο Spider-Man: Homecoming.

Και πράγματι, με αυτήν την ταινία ο Spider-Man… γύρισε σπίτι.

Η ταινία παραλείπει να επαναλάβει για πολλοστή φορά στο κοινό το origin του ήρωα, συνεχίζοντας την ιστορία από εκεί που έμεινε το Civil War. Άλλωστε, μία ακόμα διήγηση του πώς ο Spider-Man τσιμπήθηκε από τη ραδιενεργό αράχνη και έγινε αυτό που είναι σήμερα, θα καταντούσε βαρετή. Το κοινό στο οποίο απευθύνεται η Marvel, είναι ήδη παραπάνω από εξοικειωμένο με τον χαρακτήρα και έτοιμο να παρακολουθήσει τις περιπέτειες του, αυτή τη φορά σε ένα σύμπαν γεμάτο υπερήρωες.

Μέσα σε αυτόν τον κόσμο υπερηρώων, ο Peter Parker ψάχνει τη θέση του. Και θα το κάνει κάτω από το alter-ego του Spider-Man. Αλλά όχι μόνος του. Ο Tony Stark είναι πάντα παρών, από τη γέννηση του ήρωα σε κάθε επόμενο βήμα του. Δε θα ήταν υπερβολή να χαρακτηρίσει κανείς την πρώτη ταινία του νέου Spider-Man ένα spin-off της σειράς ταινιών με τον Iron-Man. Αλλά, απ’ την άλλη, με την πορεία που πήρε το MCU, δε θα έπρεπε να μας κάνει εντύπωση: ο Robert Dawney Jr. είναι απανταχού παρών, και καλά κάνει, αφού σε μεγάλο βαθμό η επιτυχία του κινηματογραφικού σύμπαντος της Marvel οφείλεται στην ηγετική του μορφή εντός των Avengers, αλλά και στις εξαιρετικές υποκριτικές του ικανότητες και το χάρισμα που τον διακρίνει.

Αισθάνομαι πως, το βασικό στοιχείο που έκανε το Homecoming να ξεχωρίσει ήταν η εφηβική, ανάλαφρη προσέγγισή της στο «σουπερηρωιλίκι» – και ο Spider-Man ήταν ο κατάλληλος χαρακτήρας να δώσει αυτήν τη νεανική πνοή στο σύμπαν της Marvel. Ο έφηβος πρωταγωνιστής έχει την ανάγκη να αποδείξει την αξία του στους «μεγάλους», και ιδιαίτερα στον μέντορά του, Tony Stark (a.k.a. Iron-Man), ο οποίος αποτελεί μάλιστα για εκείνον το πατρικό πρότυπο που απουσιάζει. Προπαντός, όμως, θέλει να αποδείξει την αξία του στον εαυτό του.

Η θεαματική είσοδος του ήρωα στην ταινία της Marvel Captain America: Civil War (Εμφύλιος Πόλεμος) ήταν η πρώτη φορά που είδαμε τον Tom Holland στο ρόλο του Spider-Man, όταν ο ήρωας τάχθηκε στο πλευρό του Tony Stark και ενάντια στον Captain America.

Γι’ αυτό το λόγο, επιθυμεί να βάλει κι αυτός το λιθαράκι του ώστε ο κόσμος να γίνει ένα καλύτερο μέρος. Ωστόσο, τα διακυβεύματα με τα οποία έρχεται αντιμέτωπος δεν είναι τόσο υψηλά, όσο αυτά που κλήθηκαν να αντιμετωπίσουν οι «μεγάλοι» υπερήρωες του σύμπαντος (Thor, Captain America), δεν αντιμετωπίζει κάποια επικείμενη καταστροφή του κόσμου, δε σώζει τον πλανήτη από την εισβολή εξωγήινων ούτε πολεμάει θεούς και δαίμονες. Είναι απλά ο φιλικός Spider-Man της γειτονιάς.

Ένας υπερήρωας γήινος, αυθεντικός, ανθρώπινος. Χωρίς τρομακτικές υπερδυνάμεις, χωρίς εξωγήινη περιβολή, χωρίς κάποιο ιδιαίτερο κοινωνικό ή οικονομικό background – ένας λαϊκός ήρωας από το Queens. Ναι, εντάξει, με ένα μικρό τεχνολογικό backup από τον δισεκατομμυριούχο playboy της καρδιάς μας, αλλά εντάξει. Τους εκτοξευτήρες και το υγρό των ιστών, τουλάχιστον, τα έφτιαξε μόνος του – άλλωστε, το upgrade του ήρωα με στολή των Stark Industries είναι εμπνευσμένο από τις πρωτότυπες ιστορίες των κόμικς του The Amazing Spider-Man.

Η πρώτη, αυτοσχέδια στολή του Spider-Man… Το upgrade ήταν απαραίτητο.

Εκτός από τον Iron Man, την εμφάνισή του κάνει και ο Captain America, μέσω των βιντεοσκοπημένων μηνυμάτων του στους μαθητές του Λυκείου του Peter. Στην ιστορία μας, οι Avengers αποτελούν πλέον μία… «κανονικότητα». Ακόμα και οι ληστές, σε μία από τις πρώτες μάχες του ήρωα στην ταινία, κρύβουν τα πρόσωπά τους φορώντας τις μάσκες τους. Τι ρόλο έχει ο Spider-Man μέσα εκεί; Αυτόν του νέου, του άπειρου, του ανερχόμενου.

Και ο «κακός»; Στη σκιά του κόσμου που έχουμε δει να δημιουργείται στις προηγούμενες ταινίες του σύμπαντος της Marvel, φαίνεται πως δεν είναι όλα άσπρο-μαύρο. Το γκρίζο παρουσιάζεται με έναν πολύ ενδιαφέρων, ψυχογραφικό τρόπο, αφού ο Vulture δεν είναι ένας γραφικός κακοποιός που ληστεύει τράπεζες για να γίνει πλούσιος ή που διεκδικεί την κατάκτηση του κόσμου. Μας παρουσιάζεται σαν ένας απλός βιοπαλαιστής, ο οποίος βιώνει την αδικία από την υπεροψία της εξουσίας, και επιζητά τη δικαίωση. Άσχετα αν στην πορεία καταλήγει εμμονικός και παράλογος, ο κάθε θεατής μπορεί να ταυτιστεί μαζί του και να καταλάβει τα κίνητρά του.

Μέσα σ’ όλα αυτά, το γεγονός ότι δεν πρόκειται για κάποιον ήρωα με εξωπραγματικές υπερδυνάμεις αλλά για έναν… «κανονικό άνθρωπο» που χρησιμοποιεί μερικά υποκλαπέντα ψήγματα εξωγήινης τεχνολογίας, τον κάνει έναν άξιο αντίπαλο για τον αρχάριο Spidey, ο οποίος ανακαλύπτει, σιγά σιγά, τις ικανότητές του. Ο Vulture, ιστορικός χαρακτήρας των κόμικς του Spider-Man, αφού εμφανίστηκε για πρώτη φορά στο The Amazing Spider-Man #2 το 1963, στην ταινία αποτελεί έναν καλογραμμένο από κάθε άποψη χαρακτήρα, τον οποίο ενσαρκώνει με μαεστρία ο Michael Keaton!

Από εκεί και πέρα, το υπόλοιπο cast δεν έχει να δώσει το δικό του στίγμα, υποστηρίζει καλά όμως την κεντρική πλοκή. Πολλά έχουν ακουστεί για την -όλο και νεότερη- θεία Μέι, προσωπικά όμως μου κλότσησε η άκομψη εισαγωγή της MJ (?) και του Flash Thompson, καθώς τους βρήκα εκτός πλαισίου και δεν μπορώ να δω μακροπρόθεσμα την εξέλιξή τους στο MCU. Από την άλλη, διασκέδασα πολύ το ρόλο του Happy στην ταινία, ο οποίος σταδιακά αναπτύσσεται και βρίσκει κι αυτός τη θέση του στο εν λόγω σύμπαν.

Αυτό που κρατάω από την πρώτη ταινία Spider-Man με τον Tom Holland στο ρόλο, είναι η ανανεωτική φρεσκάδα που έφερε και η εφηβική φλέβα που χτύπησε. O ηθοποιός κατάφερε να χτίσει τον ήρωα από την αρχή, επιτρέποντας στον χειμαρρώδη αυθορμητισμό του να συνδιαμορφώσει τον ήρωα, αντί να τον περιορίσει για χάρη του ρόλου. Μένει να δούμε τι άλλο έχει να δώσει.

Κλείνοντας, ακούστε το εξαιρετικό theme, tribute στην κλασική σειρά κινουμένων σχεδίων με τον ήρωα των ’70s.

Σχολιάστε