Μίνιμαλ αισθητική, σύγχρονο στυλ με το βλέμμα στραμμένο στις κλασικές δημιουργίες των μεγάλων δημιουργών του 20ού αιώνα, είναι μερικά από τα στοιχεία που χαρακτηρίζουν το σχεδιαστικό ύφος του Andrea Freccero, ενός από τους πιο επιφανείς δημιουργούς Disney κόμικς της γειτονικής Ιταλίας.
Γεννημένος στη Γένοβα το 1968, ο Andrea είχε συνειδητοποιήσει την αγάπη του για το σχέδιο από πολύ νωρίς. Μη χάνοντας χρόνο, αποφοίτησε στα 18 του από το καλλιτεχνικό Λύκειο, για να βρεθεί σύντομα στην Accademia Disney υπό την αυστηρή καθοδήγηση ενός από τους θρύλους της ιταλικής ντισνεϋκής παράδοσης – του Giovan Battista Carpi, του πρώτου σχεδιαστή του Φάντομ Ντακ! Έτσι, δεν άργησε η στιγμή να σχεδιάσει την πρώτη του ιστορία με τον Μίκυ, «Topolino e il “grosso” caso» (αδημοσίευτη στα ελληνικά), το 1989. Τα υπόλοιπα 30 χρόνια, δε θα σταματήσει να εργάζεται ως σχεδιαστής κόμικς και εξωφύλλων για διάφορες ευρωπαϊκές και αμερικανικές εκδοτικές εταιρείες, πάντοτε στα Disney κόμικς.

Όπως σχεδόν όλοι οι δημιουργοί της γενιάς του, βρέθηκε κι αυτός στο επίκεντρο της καλλιτεχνικής ομάδας της επαναστατικής σειράς επιστημονικής φαντασίας PK (Οι Νέες Περιπέτειες του Φάντομ Ντακ), όπου και ξεκίνησε μία φάση διαρκών σχεδιαστικών πειραματισμών. Μία από τις καλύτερες στιγμές του ήταν αναμφίβολα η δημιουργία του σύμπαντος του Doubleduck (Μυστικός Πράκτωρ Ντόναλντ Ντακ), μίας σειράς που επιχείρησε να δώσει μία νέα διάσταση στις ιστορίες με τις πάπιες, μία δεκαετία μετά την άνθιση που γνώρισαν αυτού του είδους οι πειραματισμοί με το PK. Εκεί, ο Ντόναλντ είναι κατάσκοπος για μία μυστική οργάνωση και έρχεται διαρκώς αντιμέτωπος με κακοποιούς, πολύ πιο απειλητικούς απ’ τους… Μουργόλυκους.

Σήμερα, στα 47 του χρόνια, έχει επιλέξει να σταθεί σε μία πιο κλασική προσέγγιση, αναζητώντας τις ρίζες της ντισνεϋκής δημιουργίας στις σελίδες των μεγάλων δημιουργών του περασμένου αιώνα, όπως είναι ο Floyd Gottfredson και ο Carl Barks. Τόσο για τις δικές του δημιουργίες, όσο και για αυτές των συναδέλφων του, αφού πλέον ο ρόλος του στην εκδοτική εταιρεία Panini – υπεύθυνη για τις εκδόσεις Disney στην Ιταλία – πλέον είναι διττός: από τον Απρίλη του 2019 τελεί χρέη καλλιτεχνικού διευθυντή ολόκληρης της ιταλικής ντισνεϋκής παραγωγής.
JohnnyMZ: Εδώ και μερικούς μήνες εργάζεσαι ως καλλιτεχνικός επιμελητής του περιοδικού Topolino. Ποιες αρμοδιότητες ακριβώς έχει αυτό το πόστο;
Andrea Freccero: Όπως μπορείς να καταλάβεις, σε έναν εκδοτικό οίκο που δουλεύει με… εικόνες, πόσω μάλλον σε έναν κολοσσό όπως η Disney, η εικόνα αποτελεί ένα καίριο στοιχείο, καθώς πρέπει να προσεγγίζεις το παραγόμενο προϊόν με έναν τρόπο που ανταποκρίνεται στο ντισνεϋκό σύμπαν. Αυτό είναι το βασικό σημείο αναφοράς στη δουλειά μας. Η αλήθεια είναι πως για πολλά χρόνια έλειπε μία τέτοια «φιγούρα» από την ιταλική ντισνεϋκή παραγωγή. Ο τελευταίος art director, γιατί περί αυτού πρόκειται, ήταν ο Marco Rota, αρκετά χρόνια πριν. Είναι μια πολύ μεγάλη ευθύνη, αφού πρέπει να οργανώσεις μία τεράστια παραγωγή ενός πολυπληθούς ανθρώπινου δυναμικού. Ευτυχώς έχουμε πάρα πολλούς επαγγελματίες υψηλότατου επιπέδου, συνεπώς υπάρχει ένα κανάλι επικοινωνίας ανάμεσα στη σύνταξη και τους συνεργάτες ικανό να δημιουργήσει ένα περιβάλλον δημιουργικό και πλήρες ερεθισμάτων για όλους μας. Ίσως πρόκειται για κάτι που απουσίαζε τα προηγούμενα χρόνια και ήταν αναγκαίο, και η Panini αποδείχθηκε ικανότατη στο να δημιουργήσει έναν καλλιτεχνικό χώρο αποκλειστικά για τους σχεδιαστές και τους σεναριογράφους όπου συναντιούνται και ανταλλάζουν απόψεις, νέες ιδέες, ένα βασικό στοιχείο της δημιουργίας νέων ιστοριών. Όταν μαζέψεις 10 δημιουργούς σε ένα δωμάτιο, αυτομάτως υπάρχει μια έκρηξη ιδεών.
JMZ: Πώς βλέπεις το μέλλον του Topolino, τώρα, από τη νέα σου θέση; Τι πιστεύεις ότι λείπει και τι προσωπικές πινελιές θα ήθελες να προσθέσεις;
A.F.: Θα μου άρεσε να επανανακαλύψουμε τη μεγάλη ντισνεϋκή παράδοση και τους μεγάλους δημιουργούς Ντίσνεϋ – όχι μόνο τους Ιταλούς, μιλώ και για τους Αμερικάνους όπως τον Γκότφρεντσον και τον Μάρρυ, και πολλούς άλλους καλλιτέχνες, ιδιαίτερα εκείνους της δεκαετίας του ’80, όταν υπήρχε μία υπερπαραγωγή ιστοριών με αποτέλεσμα πολλές αξιόλογες δουλειές να μην έχουν κερδίσει την προσοχή που τους άξιζε. Φυσικά, πρέπει να συμβαδίζουμε με την εποχή, όμως αισθάνομαι πως τα τελευταία χρόνια έχει παραγίνει το κακό και οι νεότερες γενιές έχουν απομακρυνθεί πολύ από την κλασική σχολή που περιγράφω. Ειδικά όσον αφορά τον Μίκυ, ο οποίος κατά τη γνώμη μου είναι ένας θεμελιώδης χαρακτήρας στο ντισνεϋκό οικοδόμημα. Ο Μίκυ Μάους, κατ’ εμέ, είναι ο Γκότφρεντσον, όπως οι πάπιες, ο Ντόναλντ, ο Σκρουτζ, είναι ο Μπαρκς. Κι όμως, ο πρώτος δεν έχει την απήχηση του δεύτερου, ούτε έχει αφήσει τόσο έντονο το στίγμα του στις πιο σύγχρονες δημιουργικές προσεγγίσεις. Όρεξη για δουλειά και για πειραματισμούς υπάρχει.

JMZ: Αυτή η κλασική περίοδος που περιγράφεις, εκτός από τους ήρωες, μερικούς εκ των οποίων ανέφερες, χρησιμοποιούσε συχνά και άλλους αφανείς ήρωες, όπως για παράδειγμα τους Τσιπ & Ντέηλ, το Σκάμπυ, τον Κακό Λύκο και τα τρία Γουρουνάκια. Πιστεύεις ότι υπάρχει σήμερα περιθώριο να ξαναβρεθούν τέτοιοι χαρακτήρες στο προσκήνιο;
A.F.: Αυτή τη στιγμή ειλικρινά δεν αποκλείω τίποτα. Βρισκόμαστε σε μία φάση… ανακαίνισης των πάντων, προτείνονται διαρκώς νέες ιδέες, υπάρχουν ήδη πλάνα μέχρι το 2021, για να μπορούμε να δουλεύουμε με μεγαλύτερη ένταση αλλά ταυτόχρονα επιδιώκοντας διαρκώς να ανεβάζουμε την ποιότητα. Η δική μου δουλειά είναι να ανεβαίνει η ποιότητα από γραφιστικής άποψης. Ξέρω ότι πάνε 20 χρόνια που δεν υπήρχε αυτό το πόστο, συνεπώς πρόκειται για μία δύσκολη διαδικασία που ξεκίνησε από το σημείο 0. Παράλληλα ο νέος διευθυντής του Topolino, Alex Bertani, προσπαθεί να δώσει ώθηση στους σεναριογράφους για μια αντίστοιχη ποιοτική αναβάθμιση, αφού τα τελευταία χρόνια είχε παρατηρηθεί μία τάση ανακύκλωσης ιδεών και συχνά δημοσιεύονταν ιστορίες με σενάρια επιφανειακά και άγευστα. Φυσικά, το περιθώριο κινήσεων που έχουμε είναι αρκετά περιορισμένο, δεδομένου πως πρέπει να κινείσαι διαρκώς εντός των ορίων της Disney, και δεν προσφέρονται όλοι οι ήρωες για όλα, όμως υπάρχει η θέληση να καινοτομήσουμε – ακόμα κι αν αυτό σημαίνει να επιστρέψουμε στα παλιά. Ξεκάθαρα, οι χαρακτήρες στους οποίους αναφέρεσαι αποτελούν κομμάτι της μεγάλης ντισνεϋκής παράδοσης και θα ήταν επιπόλαιο να τους απορρίψει κανείς κατηγορηματικά.
JMZ: Δεδομένου πως διανύουμε μία εποχή κατά την οποία ο Τύπος βρίσκεται σε κρίση, πιστεύεις πως τα έντυπα περιοδικά κόμικς έχουν ημερομηνία λήξης;
A.F.: Σίγουρα είναι μία κρίσιμη στιγμή. Όμως, κατά τη γνώμη μου, μια ικανή βάση αναγνωστών υπάρχει και θα υπάρχει για πάντα. Αυτό γίνεται αντιληπτό σε πολλές περιστάσεις, όπως στις εκδηλώσεις σαν το AthensCon, όπου ο κόσμος ξεχειλίζει. Αν εστιάσουμε στην ποιότητα – κάτι που θεωρώ βασικό τόσο στο γραφικό όσο και στο αφηγηματικό κομμάτι – και την επικοινωνήσουμε σωστά, πιστεύω πως η διαρκής κρίση της συγκεκριμένης αγοράς δε θα οδηγήσει σε τετελεσμένα. Η ποιότητα που περιγράφω ίσως δεν μπορεί να βρεθεί σε ένα βιντεοπαιχνίδι ή ένα τάμπλετ. Είναι όμως γνωστό πως οι νέες γενιές διαβάζουν ελάχιστα. Υπάρχει, φυσικά, και ένα αναγνωστικό κομμάτι των 30 ή 40 ετών, το οποίο είναι πολύ σημαντικό, και πρέπει με τη σειρά τους να διδάξουν στα παιδιά τους. Αν χαθεί η αγάπη για την ανάγνωση, τότε χαθήκαμε. Οι νέοι δε διαβάζουν πια βιβλία, ούτε κόμικς. Το κόμικ μπορεί να θεωρηθεί το σημείο εκκίνησης, μετά πας στα βιβλία και τα γκράφικ νόβελ. Γι’ αυτό και, σε αυτήν την κρίσιμη καμπή, παραμένει εξαιρετικά αναγκαίο – αν χαθεί το κόμικ, κάθε μορφή ανάγνωσης θα τεθεί σε κίνδυνο.

JMZ: Δεν πιστεύεις θεωρείς πως υπάρχει μια ανάγκη προσαρμογής των μέσων στη νέα εποχή;
A.F.: Η παραγωγή μας βγαίνει και ψηφιακά. Η αλήθεια είναι βέβαια πως δεν το έχουμε επικοινωνήσει πολύ καλά. Ίσως επειδή παραμένουμε ερωτευμένοι με το χαρτί. Φυσικά δεν μπορώ να αποκλείσω ένα ενδεχόμενο που καθημερινά φαίνεται όλο και πιο επιτακτικό, αν λάβουμε υπόψη την πτώση των πωλήσεων στα περίπτερα και των συνδρομών. Αλλά δεν μπορώ να σου κρύψω πως δε μου αρέσει καθόλου να διαβάζω κόμικς ψηφιακά. Από την άλλη, για τη νέα γενιά αυτό είναι κάτι το φυσικό. Το βλέπω και από τους νεότερους καλλιτέχνες, οι οποίοι όχι απλά διαβάζουν αλλά φτιάχνουν τα κόμικς τους ψηφιακά. Αυτό που για μένα που είμαι 50 χρονών φαίνεται αχώνευτο για τα σημερινά παιδιά είναι κάτι εντελώς φυσιολογικό.
JMZ: Μιας και αναφέρθηκες στη νεότερη γενιά καλλιτεχνών, θα ήθελα να μου πεις τι προσδοκίες σου καλλιεργεί για το μέλλον των κόμικς. Θεωρείς πως ίσως είναι πλέον στα χέρια τους να αναμεταδόσουν την αγάπη για το κόμικς στη νέα γενιά, όντες οι ίδιοι κομμάτι της;
A.F.: Ο καθένας από μας βάζει το λιθαράκι του στον κόσμο του Ντίσνεϋ. Είναι όμορφο και ενθαρρυντικό να υπάρχουν νέοι καλλιτέχνες που συνεισφέρουν σε αυτό, τοποθετώντας ένα ακόμα τουβλάκι στον μεγάλο αυτό τοίχο. Έχουμε πολλούς νέους καλλιτέχνες που έχουν ήδη κατακτήσει ένα υψηλότατο επίπεδο. Όπως έλεγα πριν, οφείλουν να μάθουν πολύ καλά την παραδοσιακή ντισνεϋκή κληρονομιά, ειδικά την αμερικανική. Οι Ιταλοί έχουμε έναν πολύ ιδιαίτερο τρόπο αφήγησης, ο οποίος έχει αγαπηθεί σε όλον τον κόσμο – στην Ελλάδα, σε όλη την Ευρώπη, ακόμα και στην Αμερική και την Κίνα – όμως οι μεγάλοι δημιουργοί των προηγούμενων δεκαετιών, ’70-’80, ξεκίνησαν από τον Μπαρκς και τον Γκότφρεντσον. Γι’ αυτό θεωρώ πως και οι νεότεροι πρέπει να ξεκινήσουν από εκεί και να δούμε τι θα συμβεί. Αν έχουν σα σημείο αναφοράς τους σημερινούς δημιουργούς, θα είναι πολύ περιορισμένοι. Η επιστροφή στις ρίζες είναι πάντοτε αναζωογονητική.
JMZ: Ας μιλήσουμε λίγο για σένα. Πώς ξεκίνησες να δουλεύεις σα σχεδιαστής κόμικς της Disney;
A.F.: Πάντοτε αγαπούσα τα κόμικς, ιδιαίτερα αυτά της Disney. Από μικρός σχεδίαζα, αντέγραφα τα κόμικς που μου άρεσαν. Στη συνέχεια τελείωσα το καλλιτεχνικό Λύκειο και τότε, στα 18 μου, γνώρισα τον Giovan Battista Carpi, ο οποίος έμενε στην ίδια πόλη με εμένα. Για καλή μου τύχη, με πήρε μαζί του στο Μιλάνο, στην Accademia Disney, η οποία τότε διένυε τα πρώτα χρόνια ύπαρξής της. Μετά από πολύ χρόνο και προσπάθεια στο εργαστήρι, έφτασε η στιγμή που μου έδωσε το πρώτο μου σενάριο. Από εκείνη τη στιγμή μέχρι και σήμερα δεν έχω σταματήσει να σχεδιάζω. Δυστυχώς ή ευτυχώς, δουλεύω εδώ και 30 χρόνια! Έχω κάνει τα πάντα γύρω από τα Disney κόμικς, ιστορίες, εξώφυλλα, διάφορες εικονογραφήσεις… Τώρα που το σκέφτομαι, σίγουρα ευτυχώς: φαντάζεσαι να έχανα τη δουλειά μου σήμερα; Δεν ξέρω να κάνω κάτι άλλο!
JMZ: Τα εξώφυλλα αποτελούν ένα διαρκώς αυξανόμενο κομμάτι της δουλειάς σου, με ένα διακριτό, προσωπικό ύφος, απλό και καλαίσθητο. Ποιο είναι το μυστικό ενός καλού εξωφύλλου;

A.F.: Όπως λέω πάντα, το εξώφυλλο πρέπει να διαβάζεται αμέσως. Δεν πρέπει να έχει τη λογική της εικονογράφησης, όχι, είναι μια εικόνα απλή που πρέπει να σε συγκινεί. Βέβαια είναι πιο εύκολο να το λες απ’ ό,τι να το κάνεις. Χρειάστηκα πολλά χρόνια δουλειάς για να κατανοήσω ποια είναι η σωστή αναλογία: είναι μια δουλειά σύνθεσης. Παραδόξως, όσο πιο πολύ το απλοποιείς, τόσο πιο δύσκολα διαχειρίσιμο γίνεται, καθώς μία απλή εικόνα χωρίς υπόβαθρο πρέπει να είναι όσο πιο τέλεια γίνεται – αν ξεκινήσεις να βάζεις κάστρα, δέντρα, σύννεφα, ουράνια τόξα, τότε αποσπάς το μάτι από ενδεχόμενες ατέλειες. Όμως έτσι κινδυνεύεις να αποσπάσεις τον αναγνώστη από μία καλή εικόνα. Το εξώφυλλο είναι ένα δύσκολο κομμάτι της δουλειάς μας, καθώς πρέπει να είναι τέλειο μέσα στην απλότητά του. Έχω περάσει πάνω από 20 χρόνια δουλεύοντας με εξώφυλλα, για την Ιταλία, τη Γερμανία, έχω κάνει πάρα πολλά. Μπορώ λοιπόν βάσιμα να πω ότι πρόκειται για μια αρκούντως εμπειρική δουλειά. Η θέση που ανέλαβα στην Panini, αυτή του καλλιτεχνικού διευθυντή των περιοδικών Disney, εμπεριέχει και την επίβλεψη των εξωφύλλων – πέρα από αυτά που φιλοτεχνώ ο ίδιος, θα έχω την ευκαιρία να διοχετεύσω την όποια εμπειρία μου στους υπόλοιπους σχεδιαστές.
JMZ: Θα ήθελα να μείνουμε λίγο στην περίοδο του PK, αφού αποτέλεσε αναμφίβολα μία από τις καλύτερες εποχές της ιταλικής ντισνεϋκής παράδοσης: μία περίοδος εκρηκτική και γεμάτη καινοτομίες, εικαστικά και σεναριακά. Αυτό που έχω παρατηρήσει, είναι πως το σχεδιαστικό σου ύφος της εποχής διέφερε σημαντικά όταν σχεδίαζες τις Νέες Περιπέτειες του Φάντομ Ντακ, όπως μεταφράστηκε η σειρά στα ελληνικά, σε σχέση με τις υπόλοιπες, «απλές» ιστορίες σου στο Topolino.
A.F.: Υπήρξα μαθητής του Carpi, οπότε καταλαβαίνεις πως το στιλ μου εξ αρχής ακολούθησε μία πολύ κλασική γραμμή. Όταν ξεκίνησα να δουλεύω στο PK, αποφάσισα να εγκαταλείψω ό,τι έκανα νωρίτερα και να δοκιμαστώ σε κάτι διαφορετικό. Η σειρά αυτή ήταν πολύ πειραματική και τολμηρή σε πολλά επίπεδα, από το σχεδιαστικό στιλ, στο στήσιμο των καρέ, των σελίδων… Ήταν μια διαρκής υπερβολή. Αυτό στην αρχή με δυσκόλεψε αρκετά. Όμως τρώγοντας έρχεται η όρεξη. Άπαξ και ξεκίνησα, με πήγε ο δρόμος από μόνος του εκεί που έπρεπε, κάτι που οφείλεται και στο εύπλαστο των χαρακτήρων του Disney. Οι διαφορετικές τεχνικές που άρχισα να χρησιμοποιώ, σιγά σιγά άρχισαν να γίνονται αισθητές και στις υπόλοιπες ιστορίες μου. Σα σχεδιαστής, στο πέρασμα των χρόνων, έχω πειραματιστεί πολύ. Τα τελευταία χρόνια έχω ερωτευτεί το κλασικό ύφος, διότι, δουλεύοντας αρκετά χρόνια στη Γερμανία, χρειάστηκε να προσαρμοστώ στο αμερικανικό στυλ, κοιτάζοντας τον Μπαρκς. Κατάλαβα πως το κοινό το οποίο αγαπάει τα Disney κόμικς, κατά βάθος προτιμά αυτή την εκδοχή τους. Αλλά ποιος ξέρει, ίσως του χρόνου τρελαθώ και αρχίσω να σχεδιάζω πάλι με άλλον τρόπο. Σε κάθε περίπτωση, το PK ήταν αυτό που άνοιξε για μένα αυτήν την πόρτα των αλλαγών.
JMZ: Χρόνια μετά το PK, δημιουργήθηκε ακόμα ένα alter ego του Ντόναλντ Ντακ, ο Μυστικός Πράκτωρας (Doubleduck), μία σειρά που φάνηκε να συνδυάζει στοιχεία από το ανατρεπτικό PK με τις κλασικές, ιταλικές ιστορίες της Π.Α.Π.Ι.
A.F.: Ο Μυστικός Πράκτωρας Ντόναλντ Ντακ έχει αρκετά κοινά στοιχεία με τις Νέες Περιπέτειες του Φάντομ Ντακ. Επιχείρησε να διαλύσει τα καθιερωμένα στεγανά των ιστοριών της εποχής, όπως και το PK, αλλά να δώσει κάτι νέο και στο εικαστικό κομμάτι. Το «κλουβί» των καρέ πολύ συχνά έσπαγε, ο Ντόναλντ είχε ένα κάπως διαφορετικό μέγεθος απ’ ό,τι συνήθως, ενώ ασχοληθήκαμε αρκετά με τη δημιουργία νέων χαρακτήρων, διαφορετικών από τους κλασικούς ενοίκους της Λιμνούπολης. Ήταν μια σειρά που αγάπησα πολύ, αφού την έχτισα μαζί με το υπόλοιπο καλλιτεχνικό τιμ. Αν κάτι δε μου άρεσε τόσο, αυτό ήταν μάλλον πως ο νέος χαρακτήρας δεν ήταν τόσο… Ντόναλντ, κάτι που επεσήμεναν και οι αναγνώστες. Είναι στα σχέδιά μας να συνεχίσουμε να βγάζουμε ιστορίες της σειράς, άλλωστε έχει μεγάλη απήχηση, αλλά θα ήθελα μελλοντικά να διορθωθεί αυτό και να βάλουμε λίγο παραπάνω Ντόναλντ. Δεν πρέπει να ξεχνάμε πως δεν είναι ένας υπερήρωας, παραμένει πάντοτε ο Ντόναλντ Ντακ.
JMZ: Μα αυτός δεν είναι ο λόγος που δημιουργούνται τέτοιοι ήρωες – για να δώσουν στον Ντόναλντ τη δυνατότητα να κάνει πράγματα που δε θα μπορούσε να κάνει αν ήταν ο ίδιος, κλασικός χαρακτήρας που ξέρουμε;
A.F.: Πράγματι. Δεν πρέπει όμως να ξεχνάμε πως είναι πάντοτε ο Ντόναλντ. Ο κλασικός Φάντομ Ντακ, για παράδειγμα, παρέμενε πάντοτε και Ντόναλντ. Θα ήθελα να επιστρέψουμε σε αυτά τα πλαίσια. Διαφορετικά, μιλάμε για ένα άλλο κόμικ. Κάποιου είδους… spinoff. Φυσικά, δεν μπορείς πάντα να το κοντρολάρεις. Όταν ξεκινάς μια νέα σειρά, βάζεις τις βάσεις, αλλά δεν ξέρεις πού θα καταλήξει. Εξελίσσεται μόνη της. Γίνεται τόσο ανεξέλεγκτη που, κάποια στιγμή, μετά από καιρό, πρέπει να τραβήξεις το χειρόφρενο και να δεις τι συμβαίνει γύρω σου: «πού μας έχει φτάσει αυτό το αφηγηματικό όχημα που ξεκίνησε… 10 χρόνια πριν»; Σε εκείνο το σημείο μπορείς, αν το θεωρείς αναγκαίο, να προχωρήσεις σε διορθώσεις. Αυτό συνέβη και με τον Doubleduck.
Σύμπαντα όπως του PK, του Doubleduck, των Wizards of Mickey, για να αναφέρω μερικά, έχουν ένα δικό τους continuity, κάτι που είναι, γενικά, ξένο στη φιλοσοφία των κόμικς της Disney…

Για τις δικές μας ιστορίες είναι πολύ σημαντικό. Δεν μπορείς να δουλέψεις, αν δε γνωρίζεις τι έκανες προηγούμενα. Από εκεί και πέρα, πρέπει να έχεις μια ευρύτερη αντίληψη του τι συμβαίνει όσον αφορά και τους υπόλοιπους δημιουργούς. Όμως, ειδικά σε ιστορίες όπως το Doubleduck, δημιουργείται κάτι εντελώς διαφορετικό, κάτι αυτόνομο, είναι σαν μία ενιαία ιστορία σε συνέχειες. Αυτό φυσικά δεν μπορεί να λειτουργήσει στις εβδομαδιαίες ιστορίες του Topolino. Συνεπώς πρέπει να προσανατολίζεσαι με βάση κάποιες γενικότερες κατευθυντήριες γραμμές. Ο Ντόναλντ να είναι ο Ντόναλντ, ο θείος Σκρουτζ να είναι ο θείος Σκρουτζ, έχουν κάποια συγκεκριμένα χαρακτηριστικά. Βέβαια, τα πλαίσια τα ορίζουν πάντοτε οι αναγνώστες – αν ξεφύγεις, να είσαι σίγουρος πως θα σου γυρίσουν την πλάτη, θα αντιδράσουν. Πρέπει να ξέρεις που πατάς. Γι’ αυτό ακριβώς επιμένω τόσο πολύ στην επιστροφή στις ρίζες, αφού είναι αναγκαίο να ξέρει κανείς πώς ξεκίνησαν αυτοί οι ήρωες, πώς έγιναν αυτοί που είναι σήμερα. Μεταβαλλόμενοι με τα χρόνια διαρκώς, είναι πολύ πιο εύκολο να χάσεις το μέτρο αν έχεις για αφετηρία την εκδοχή του σημερινού Μίκυ, παραδείγματος χάριν, αντί του Μίκυ των Αμερικανών δημιουργών.
Πώς βλέπεις να ισορροπούν τα καθήκοντά σου ως καλλιτεχνικός διευθυντής με αυτά του δημιουργού κόμικς;
Το παλεύω. Αντιμετώπισα προβλήματα στην παραγωγή ιστοριών, αλλά διατηρώ την παραγωγή εξώφυλλων, τόσο για την Ιταλία όσο και για το εξωτερικό, που μου αρέσει πάρα πολύ. Μπορεί όμως να μη σχεδιάζω εγώ, δουλεύω όμως πάνω σε τόσες ιστορίες ταυτόχρονα και είμαι συνεχώς αντιμέτωπος με όμορφες και ενδιαφέρουσες προκλήσεις! Άσε που η συνεχής επαφή με κόσμο με γεμίζει πολύ. Αυτή η συνεισφορά μου ενδεχομένως να είναι πιο σημαντική αυτήν την περίοδο, απ’ το να σχεδίαζα μερικές ιστορίες παραπάνω. Χωρίς αυτό να σημαίνει ότι θα ξεχάσουμε να σχεδιάζουμε: πάντα θα υπάρχει χρόνος για να σχεδιάζω και καμία ιστορία!




